12/2/09

Σάκης Σερέφας, "Μαμ"

Ο Σάκης Σερέφας είναι μια ιδιότυπη, μοναδική ίσως περίπτωση στα σύγχρονα ελληνικά γράμματα. Πρόκειται για χαρισματική, εξόχως πληθωρική προσωπικότητα. Σαράντα εννέα χρόνων σήμερα έχει εκδόσει 35 συναπτά βιβλία πειραματιζόμενος με όλα σχεδόν τα είδη γραφής: Πεζογραφία, ποίηση, δοκίμιο, σενάριο, παιδικό βιβλίο, ιστορική μαρτυρία, θέατρο – τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο θέατρο.
Ως θεατρικό έργο άλλωστε ξεκίνησε την καριέρα του και το «Μαμ» το οποίο ανέβηκε με επιτυχία στο Αμόρε το 2007 και τιμήθηκε με το βραβείο «Κάρολος Κουν» από την Ένωση Ελλήνων Θεατρικών Κριτικών. Τη χρονιά που ακολούθησε, το 2008, δύο ακόμη έργα του Σερέφα βρήκαν το δρόμο τους για τη σκηνή: Το «Λιωμένο Βούτυρο» στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού και το «Σεμινάριο Βλακείας» στο ΔΗΠΕΘΕ Κερκύρας. Το εντυπωσιακό είναι ότι αυτός ο πληθωρισμός, αντί να αποβαίνει σε βάρος της ποιότητας, όπως είναι ο κανόνας, δίνει έργα όλο και ωριμότερα. Παράδειγμα το «Μαμ».
Δεν γνωρίζουμε τους λόγους που οδήγησαν τον Σερέφα να προβεί στην αντίστροφη αυτή διασκευή, από θεατρικό σε πεζογράφημα, πράγμα ασυνήθιστο, ωστόσο δεν έχει σημασία: Το «Μαμ»-βιβλίο δεν θυμίζει σε τίποτε θεατρικό έργο, και διαβάζεται ως αυτό που είναι: Μια σπαρταριστή νουβέλα μαθητείας κι ενηλικίωσης, ανατρεπτική, με χιούμορ, σαρκασμό και τρυφερότητα.

Αποκοιμήθηκα πάνω μου...
Το στόρι; Ο 70χρονος σήμερα Ζοζέφ αναπολεί τη νιότη του, και ειδικότερα τη σχέση του με τον σοφό οδηγό του σχολικού λεωφορείου του, τον Μεγάλο. Εκείνος, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, του προσφέρει κι από ένα διαφορετικό έδεσμα, το οποίο στη συνέχεια συνοδεύεται από ποικίλες πληροφορίες για την προέλευσή του, τα συστατικά του και τη σημασία τους. Μέσα από αυτή την επαφή, κι ενώ τα σχολικά χρόνια περνούν, ο Ζοζέφ γιατρεύεται από τη βουλιμία του για το λίπος και μαθαίνει να αντιλαμβάνεται καλύτερα τις λεπτεπίλεπτες γεύσεις των φαγητών, και της ζωής γενικότερα.
Το εύρημα αυτό –η τροφή ως μάθημα ζωής– δίνει στην άναρχη φαντασία του Σερέφα την ευκαιρία να ξεσαλώσει. Το βιβλίο βρίθει από φράσεις όπως «ήμουν τόσο εξαντλημένος, ώστε αποκοιμήθηκα πάνω μου», καθώς και σπαρταριστές αναφορές στη ζωολογία και σε παντός είδους στατιστικές. Σκουμπριά, σολομοί, γουρουνάκια, σαλιγκάρια και προβατίνες, μαγειρεμένα ή ωμά, περνούν την είσοδο του φάρυγγα του μικρού Ζοζέφ μαθαίνοντάς τον να διδάσκεται από την ποικιλομορφία της ζωής και τους άπειρους δρόμους μέσα από τους οποίους μπορεί να περάσει η χαρά και η πληρότητα.
Στο τέλος παρατίθενται αναλυτικά οι συνταγές των, εκ πρώτοις παράδοξων, φαγητών που αναφέρονται, και δίνεται στον αναγνώστη η μυστική συνταγή της τέλειας ταραμοσαλάτας. Όλα δένουν αρμονικά, αφήνοντας μια θαυμάσια επίγευση στον ουρανίσκο.

Απόσπασμα
«Αυτά παθαίνει κανείς όταν τελειώνει το Δημοτικό και πηγαίνει στο Γυμνάσιο. Παθαίνει οξεία ανθρωπίτιδα. Όλοι θέλουν να τον κάνουν υπεύθυνο άνθρωπο. Στα γρήγορα, επειγόντως. Τώρα δεν είσαι παιδί, Ζοζέφ. Τώρα είσαι μεγάλος, Ζοζέφ. Πρέπει να πάρεις αποφάσεις, Ζοζέφ. Τώρα η ζωή σου έχει ευθύνες, Ζοζέφ. Τώρα πρέπει να κοιτάξεις κατάματα το μέλλον σου, Ζοζέφ. Τρέξε, Ζοζέφ. Ρώτα, Ζοζέφ. Μάθε, Ζοζέφ. Ρώτα τους γονείς σου. Ρώτα τους δασκάλους. Ρώτα τους συμβούλους στο σχολείο. Ρώτα τους εξωγήινους. Ρώτα τα χερουβείμ. Μόνο έναν μη ρωτήσεις, Ζοζέφ. Μην ρωτήσεις τον Ζοζέφ, Ζοζέφ.» (σ. 30)