29/8/08

Κριτικό "outing" (II)

■ Γράφαμε τις προάλλες, με αφορμή κείμενο του Αλέξη Ζήρα στο «Διαβάζω», ότι μες στο κατακαλόκαιρο έχει αναζωπυρωθεί η διαμάχη «περί ελληνικότητας» που ξέσπασε προ μηνών ανάμεσα στον καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν Βασίλη Λαμπρόπουλο και τον Κώστα Γεωργουσόπουλο – και που στην πορεία εμπλουτίζεται διαρκώς με νέα επεισόδια.
■ Θυμίζουμε ότι όλα ξεκίνησαν με το κείμενο-λίβελο του γνωστού κριτικού θεάτρου μέσα από τις σελίδες των Νέων (16/02), με αφορμή συνέντευξη του «νεοελληνιστή της Αμερικής» στην Καθημερινή. Ακολούθησαν κάμποσα κείμενα καθηγητών (ελλαδιτών και μη) που έσπευσαν προς υποστήριξη του βαλλομένου, κι όλα προς στιγμήν έδειχναν ότι ο Γεωργουσόπουλος είχε βρεθεί «στο καναβάτσο».
■ Ένας από αυτούς ήταν ο καθηγητής ιστορίας Αντώνης Λιάκος, του οποίου η διαμάχη με τον καθηγητή κριτικής λογοτεχνίας Νάσο Βαγενά μέσα από τις σελίδες του Βήματος –με αφορμή το βιβλίο του αείμνηστου Νίκου Σβορώνου «Το ελληνικό έθνος»– είχε εξελιχθεί σε roman feuilleton, κι ήταν πράγματι από τις πλέον ενδιαφέρουσες πνευματικές διενέξεις των τελευταίων χρόνων.
■ Τότε βέβαια, η μομφή που επικρεμόταν πάνω από το κεφάλι του Βαγενά ήταν ότι βρίσκεται εκτός επιστημονικού πεδίου, ωστόσο, όταν πρόκειται για ζητήματα όπως η εθνική ταυτότητα, το αίσθημα της συλλογικότητας, η ιστορική μνήμη, μια κάποια διεπιστημονικότητα είναι αποδεκτή – αν όχι απαραίτητη. Άλλωστε η λογοτεχνία υπήρξε ένας από τους πλέον ισχυρούς παράγοντες διαμόρφωσης –«κατασκευής», θα αντέτασσαν οι μεταμοντερνιστές– της εθνικής συνείδησης.
■ Την πλευρά Γεωργουσόπουλου υποστήριξε με τον τρόπο του ο Ζήρας στο «Διάβάζω» κατηγορώντας τους εξ Αμερικής ορμώμενους νεοελληνιστές ότι «ανακαλύπτουν ξανά την… Αμερική», κατασκευάζοντας μια καρικατούρα αντιπάλου –«εθνικιστή», «ελληναρά», «συντηρητικού»– με του οποίου τα επιχειρήματα δεν οφείλουν καν να αντιπαρατεθούν.
■ Από την πλευρά του, ο Βασίλης Λαμπρόπουλος, με ύστερο κείμενό του στη «Βιβλιοθήκη» (18/07) –όπου και φιλοξενήθηκαν κάμποσα κείμενά του τους τελευταίους μήνες, ορισμένα με μεγάλο ενδιαφέρον–, επανέρχεται ιδιαίτερα δριμύς, δηλώνοντας ούτε λίγο ούτε πολύ ότι δεν υπάρχει περιθώριο για συζήτηση.
■ «Όμως εδώ δεν πρόκειται για μεθοδολογική διαφωνία αλλά για φιλοσοφική διαφορά: όπως πολλοί έχουν σωστά τονίσει ξανά και ξανά, οι "λόγοι" διαφέρουν ριζικά, τα "παραδείγματα" δεν εφάπτονται πουθενά. Διαβάζουμε τελείως διαφορετικά βιβλία.», λέει και καλεί τους πνευματικούς ανθρώπους να πάρουν θέση: «Δεν είναι πια καιρός για ήπιους τόνους, μετριοπάθειες και υπεκφυγές, αλλά για μια απλή πολιτική απόφαση, την "Απόφαση" του Αναγνωστάκη, την οποία οφείλουν να αντιμετωπίσουν οι πνευματικοί άνθρωποι του τόπου που παρακολουθούν την τρέχουσα διαμάχη εδώ και πέντε μήνες: "Είστε υπέρ ή κατά;" Σκεφτείτε το καλά. Θα περιμένω.»
■ Δεν χρειάστηκε να περιμένει για πολύ. Στην προηγούμενη «Βιβλιοθήκη» στο διάλογο μπήκε ο Νάσος Βαγενάς, και μάλιστα με εκρηκτικό τρόπο: «Το ότι ένας από τους κύριους εκφραστές του κριτικού τραμπουκισμού στις νεοελληνικές σπουδές σήμερα διαμαρτύρεται αγανακτισμένος εναντίον των επικριτών του χαρακτηρίζοντάς τους "τσαμπουκάδες", και μάλιστα με ένα κείμενο που αποτελεί την επιτομή του κριτικού τραμπουκισμού του, δεν θα πρέπει να μας εκπλήττει», λέει. Και συνεχίζει, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά το επιχείρημα του Ζήρα: «Ο Λ. εφαρμόζει με τον πλέον αδίστακτο τρόπο εκείνη τη μέθοδο των κριτικών αντιπαραθέσεων, την οποία οι πλέον ακραίοι μεταμοντερνιστές έχουν αναγάγει σε επιστήμη: παρουσιάζει τις απόψεις των αντιπάλων του σαν ένα κριτικό σκιάχτρο, σαν μια ανόητη και ιδεοληπτική κατασκευή, έτσι ώστε να μπορεί εύκολα να τις ανατρέψει.»
■ Και τα δύο πρόσφατα κείμενα, τόσο το τελευταίο του Λαμπρόπουλου κι ακόμη περισσότερο του Βαγενά, εκπλήσσουν με το ύφος, τον τόνο και την ολοκληρωτική απαξίωση της άλλης πλευράς. Ο Βαγενάς μάλιστα κάνει ένα ακόμη βήμα παραπέρα δηλώνοντας την πλήρη υποστήριξή του στον Γεωργουσόπουλο: «Αυτή η θρασύτητα, πέρα από τη σαθρότητα των επιχειρημάτων του, που επίσης καθιστά αδύνατη κάθε σκέψη σοβαρής συζήτησης μαζί του, με κάνει να πιστεύω ότι ακόμη και ο λίβελος είναι, στην περίπτωσή του, επιτρεπτός […].»
■ Στο μόνο λοιπόν που φαίνεται να συμφωνούν οι δύο πλευρές είναι ότι κάθε συζήτηση είναι αδύνατη. Κι όμως, κάτι μας λέει ότι έπεται συνέχεια. Και δεν εννοούμε στα μαρμαρένια αλώνια…