■ Κυκλοφόρησε και στα καθ’ υμάς το βιβλίο του Pierre Bayard «Πώς να μιλάμε για βιβλία που δεν έχουμε διαβάσει» (Πατάκης). Ο Γάλλος καθηγητής λογοτεχνίας επιχειρεί να ξαναδεί από την αρχή τη σχέση ανάμεσα στην ανάγνωση και την κατάθεση άποψης.
■ «Η σχέση μας με τα βιβλία δεν είναι μια συνεχής και ομοιογενής διαδικασία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι κριτικοί, ούτε ο τόπος μιας διάφανης αυτογνωσίας. Είναι ένας ομιχλώδης χώρος στοιχειωμένος από τα φαντάσματα της μνήμης, και η αληθινή αξία των βιβλίων βρίσκεται στη δύναμή τους να ξορκίσουν αυτά τα φαντάσματα.»
■ Ούτε λίγο ούτε πολύ ο Bayard ισχυρίζεται ότι μπορεί κανείς, χωρίς να τον βασανίζουν οι ενοχές, να μιλά και να εκφέρει γνώμη για βιβλία που δεν έχει διαβάσει. Θεωρεί ότι όχι μόνο αποτελεί συνήθη πρακτική, όπως όλοι υποψιαζόμαστε, αλλά και απολύτως θεμιτή.
■ Βέβαια, ο καθηγητής εννοεί κυρίως την ανάγνωση των «κλασσικών», τα βιβλία του «λογοτεχνικού κανόνα» που όλοι μας θα έπρεπε, υποτίθεται, να έχουμε διαβάσει. Και όχι βέβαια την τρέχουσα παραγωγή και την τρέχουσα κριτική της, για την οποία μάλλον ισχύει κυρίως το γνωστό απόφθεγμα του Όσκαρ Ουάιλντ, που έχει βάλει ως μότο κι ο Bayard: «Ποτέ δεν διαβάζω ένα βιβλίο όταν πρέπει να γράψω την κριτική του. Επηρεάζεται κανείς τόσο πολύ!».
■ Στο πνεύμα του Ιρλανδού σκώπτη και το σχόλιο του γνωστού τηλεπαρουσιαστή Μπερνάρ Πιβό, το οποίο και συνυπογράφουμε: «Είναι εκπληκτικό βιβλίο! Και φυσικά, δεν το έχω διαβάσει…»
■ Η φωτιά που άναψε προ μηνών με τη διαμάχη Κώστα Γεωργουσόπουλου και νεοελληνιστών του εξωτερικού στα ΝΕΑ συνεχίζει να καίει και μες στο κατακαλόκαιρο. Τη σκυτάλη πήρε ο κριτικός λογοτεχνίας Αλέξης Ζήρας, ο οποίος στο καλοκαιρινό «Διαβάζω» καταθέτει τη δική του άποψη, υπό τον ειρωνικό τίτλο «Θεωρία ή Θεωρεία»;
■ Με δύο λόγια, ο γνωστός κριτικός υποστηρίζει ότι οι «εξ Αλβιώνος ή εξ Αμερικής ορμώμενοι» πανεπιστημιακοί, επινοούν μια φανταστική φοβική εθνοκεντρική Ελλάδα, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, ώστε να την «κατεδαφίζουν», θεωρητικά πάντοτε, με την άνεσή τους.
■ Και καταλήγει: «Διατείνονται ότι ξαναδιαβάζουν τη λογοτεχνία ή τις πολιτισμικές θεωρίες διαφορετικά και ρηξικεύλευθα, ενώ, αν θελήσουν να βγάλουν κάποια στιγμή τις παρωπίδες τους, θα μπορέσουν να δουν ότι τέτοιες αναγνώσεις, ακόμη και μ’ αυτήν την «κεντρομόλο εθνική παιδεία» που διαθέτουμε, γίνονται διαρκώς! Από την εποχή του Τέλλου Άγρα και του Δημήτρη Νικολαρεΐζη. Αλλά είπαμε, ο καθείς και η επανάστασή του».
■ Εσείς πάλι το χαβά σας. Μας στέλνετε μέιλ, γράμματα, ταχυδρομικά περιστέρια, και ρωτάτε να μάθετε: «Τι είναι τα χαϊκού;» Η απάντηση είναι απλή: Πρόκειται για ιαπωνικής εμπνεύσεως στιχουργήματα, με συγκεκριμένη και αυστηρή δομή. Τρεις στίχοι. Πέντε συλλαβές ο πρώτος, επτά ο δεύτερος, πέντε ο τρίτος. Είναι απίστευτο πόση μαγεία μπορεί να χωρέσει σε ένα τόσο μικρό εκμαγείο.
■ (μετρήστε): «Τη χλόη στη γη / άνεμοι και ψίθυροι / τη μεγαλώνουν».
■ Από τη συλλογή «Το σπίτι» της Ζωής Σαβίνα (εκδόσεις «5+6»). Δίγλωσση έκδοση, ελληνικά και αγγλικά, συνοδευόμενη από σχέδια του ζωγράφου Αλέξανδρου.
■ (πάψτε να μετράτε) «Μικρό χεράκι / ρόδο αν θες, μαζί θα ’χεις / κι ένα αγκάθι». Επίσης: «Το μπουμπούκι της / η κόρη που μεγάλωσε / πίσω αφήνει.» Αλλά και: «Ακόμη κι ένας / να μην με αγαπάει / δεν είμαι ολόκληρη.»
■ Εθιστικό δεν είναι;
■ Τέλος: Με την επιστροφή στον κλεινόν άστυ, αναζητείστε το εξαμηνιαίο περιοδικό κριτικής λογοτεχνίας και τεχνών «Κ». Το διευθύνει ο κριτικός Αλέξης Ζήρας, με τη βοήθεια πολυμελούς συντακτικής επιτροπής, και το υποστηρίζουν οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
■ Το 16ο τεύχος είναι αφιερωμένο στη Μέλπω Αξιώτη. Γράφουν, μεταξύ άλλων, οι Αλέξανδρος Αργυρίου, Κώστας Μαυρουδής, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου. Ποιήματά της ανθολογεί ο Γιάννης Βαρβέρης.
■ «Εμάς οι ευκολίες συχνά μας τρομάζανε / τόσο πολύ μεγάλη σημασία δώσαμε στη ζωή» (Μέλπω Αξιώτη, «Σύμπτωση»)
■ «Η σχέση μας με τα βιβλία δεν είναι μια συνεχής και ομοιογενής διαδικασία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι κριτικοί, ούτε ο τόπος μιας διάφανης αυτογνωσίας. Είναι ένας ομιχλώδης χώρος στοιχειωμένος από τα φαντάσματα της μνήμης, και η αληθινή αξία των βιβλίων βρίσκεται στη δύναμή τους να ξορκίσουν αυτά τα φαντάσματα.»
■ Ούτε λίγο ούτε πολύ ο Bayard ισχυρίζεται ότι μπορεί κανείς, χωρίς να τον βασανίζουν οι ενοχές, να μιλά και να εκφέρει γνώμη για βιβλία που δεν έχει διαβάσει. Θεωρεί ότι όχι μόνο αποτελεί συνήθη πρακτική, όπως όλοι υποψιαζόμαστε, αλλά και απολύτως θεμιτή.
■ Βέβαια, ο καθηγητής εννοεί κυρίως την ανάγνωση των «κλασσικών», τα βιβλία του «λογοτεχνικού κανόνα» που όλοι μας θα έπρεπε, υποτίθεται, να έχουμε διαβάσει. Και όχι βέβαια την τρέχουσα παραγωγή και την τρέχουσα κριτική της, για την οποία μάλλον ισχύει κυρίως το γνωστό απόφθεγμα του Όσκαρ Ουάιλντ, που έχει βάλει ως μότο κι ο Bayard: «Ποτέ δεν διαβάζω ένα βιβλίο όταν πρέπει να γράψω την κριτική του. Επηρεάζεται κανείς τόσο πολύ!».
■ Στο πνεύμα του Ιρλανδού σκώπτη και το σχόλιο του γνωστού τηλεπαρουσιαστή Μπερνάρ Πιβό, το οποίο και συνυπογράφουμε: «Είναι εκπληκτικό βιβλίο! Και φυσικά, δεν το έχω διαβάσει…»
■ Η φωτιά που άναψε προ μηνών με τη διαμάχη Κώστα Γεωργουσόπουλου και νεοελληνιστών του εξωτερικού στα ΝΕΑ συνεχίζει να καίει και μες στο κατακαλόκαιρο. Τη σκυτάλη πήρε ο κριτικός λογοτεχνίας Αλέξης Ζήρας, ο οποίος στο καλοκαιρινό «Διαβάζω» καταθέτει τη δική του άποψη, υπό τον ειρωνικό τίτλο «Θεωρία ή Θεωρεία»;
■ Με δύο λόγια, ο γνωστός κριτικός υποστηρίζει ότι οι «εξ Αλβιώνος ή εξ Αμερικής ορμώμενοι» πανεπιστημιακοί, επινοούν μια φανταστική φοβική εθνοκεντρική Ελλάδα, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, ώστε να την «κατεδαφίζουν», θεωρητικά πάντοτε, με την άνεσή τους.
■ Και καταλήγει: «Διατείνονται ότι ξαναδιαβάζουν τη λογοτεχνία ή τις πολιτισμικές θεωρίες διαφορετικά και ρηξικεύλευθα, ενώ, αν θελήσουν να βγάλουν κάποια στιγμή τις παρωπίδες τους, θα μπορέσουν να δουν ότι τέτοιες αναγνώσεις, ακόμη και μ’ αυτήν την «κεντρομόλο εθνική παιδεία» που διαθέτουμε, γίνονται διαρκώς! Από την εποχή του Τέλλου Άγρα και του Δημήτρη Νικολαρεΐζη. Αλλά είπαμε, ο καθείς και η επανάστασή του».
■ Εσείς πάλι το χαβά σας. Μας στέλνετε μέιλ, γράμματα, ταχυδρομικά περιστέρια, και ρωτάτε να μάθετε: «Τι είναι τα χαϊκού;» Η απάντηση είναι απλή: Πρόκειται για ιαπωνικής εμπνεύσεως στιχουργήματα, με συγκεκριμένη και αυστηρή δομή. Τρεις στίχοι. Πέντε συλλαβές ο πρώτος, επτά ο δεύτερος, πέντε ο τρίτος. Είναι απίστευτο πόση μαγεία μπορεί να χωρέσει σε ένα τόσο μικρό εκμαγείο.
■ (μετρήστε): «Τη χλόη στη γη / άνεμοι και ψίθυροι / τη μεγαλώνουν».
■ Από τη συλλογή «Το σπίτι» της Ζωής Σαβίνα (εκδόσεις «5+6»). Δίγλωσση έκδοση, ελληνικά και αγγλικά, συνοδευόμενη από σχέδια του ζωγράφου Αλέξανδρου.
■ (πάψτε να μετράτε) «Μικρό χεράκι / ρόδο αν θες, μαζί θα ’χεις / κι ένα αγκάθι». Επίσης: «Το μπουμπούκι της / η κόρη που μεγάλωσε / πίσω αφήνει.» Αλλά και: «Ακόμη κι ένας / να μην με αγαπάει / δεν είμαι ολόκληρη.»
■ Εθιστικό δεν είναι;
■ Τέλος: Με την επιστροφή στον κλεινόν άστυ, αναζητείστε το εξαμηνιαίο περιοδικό κριτικής λογοτεχνίας και τεχνών «Κ». Το διευθύνει ο κριτικός Αλέξης Ζήρας, με τη βοήθεια πολυμελούς συντακτικής επιτροπής, και το υποστηρίζουν οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
■ Το 16ο τεύχος είναι αφιερωμένο στη Μέλπω Αξιώτη. Γράφουν, μεταξύ άλλων, οι Αλέξανδρος Αργυρίου, Κώστας Μαυρουδής, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου. Ποιήματά της ανθολογεί ο Γιάννης Βαρβέρης.
■ «Εμάς οι ευκολίες συχνά μας τρομάζανε / τόσο πολύ μεγάλη σημασία δώσαμε στη ζωή» (Μέλπω Αξιώτη, «Σύμπτωση»)