1/11/08

McKenzieWark, "Ενα μανιφέστο των χάκερ"

Από τον τίτλο του και μόνο, το βιβλίο του Wark προσφέρεται για ποικίλες παρεξηγήσεις. Τόσο η έννοια του μανιφέστου, ιδεολογικά φορτισμένη και ταυτισμένη με μια εκλαϊκευτική εκδοχή της μαρξιστικής σκέψης, όσο και η μορφή του χάκερ, που φέρνει στο νου ακοινώνητους νεαρούς που σπέρνουν καταστρεπτικούς ιούς απειλώντας να καταχραστούν τα υπόλοιπα των πιστωτικών μας καρτών, φαίνονται εκ πρώτοις επιλεγμένες με σκοπό τον εντυπωσιασμό ή και την πρόκληση. Με βάση τα ίδια στερεότυπα, ένα «μανιφέστο των χάκερ» δεν θα ήταν τίποτε άλλο από μια κατάθεση-περιγραφή παράξενων πρακτικών, στα όρια και συχνά επέκεινα της νομιμότητας. Ένα τέτοιο «μανιφέστο» μοιραία θα απευθυνόταν σ’ ένα ειδικό κοινό εξοικειωμένο με τους υπολογιστές και το διαδίκτυο, με την ιδιόλεκτο όσων περνούν τη μέρα τους «κολλημένοι στις οθόνες τους» – διατρέχοντας, όπως το θέλει ο κοινός τόπος, κάθε λογής ηθικούς ή άλλους κινδύνους.
Κι όμως, πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό: ο αμερικανός καθηγητής πολιτισμικών σπουδών McKenzie Wark καταγράφει μια σειρά προβληματισμών σχετικά με τη σημασία που έχει για τη σύγχρονη πολιτική οικονομία η ταχεία μετάβαση σε μια κοινωνία όπου η πληροφορία έχει γίνει εμπόρευμα. Το Μανιφέστο του, επιτηδευμένα επιγραμματικό και διακηρυκτικό, πόρρω απέχει από το να είναι δογματικό ή μονοδιάστατο. Αποτελεί κυρίως μια προσπάθεια κωδικοποίησης και συμπυκνωμένης κατάθεσης ενός κεφαλαίου γνώσης σχετικά με τη δημιουργία μιας νέας ταξικής διάθρωσης, μιας καινοφανούς οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας στην οποία η αποθήκευση, η διαχείριση και η εμπορευματοποίηση της πληροφορίας αντανακλάται στις αναπαραστάσεις μέσα από τις οποίες οι σύγχρονοι άνθρωποι συγκροτούν ταυτότητες και προβάλλουν επιθυμίες. Χωρίς να κρύβει τις μαρξιστικές καταβολές της –κρυπτομαρξιστική, τη χαρακτηρίζει ο ίδιος–, η ανάλυση του Wark διακρίνεται από μια τολμηρή επιμειξία ποικίλων θεωρητικών ρευμάτων, συνομιλώντας παράλληλα με στοχαστές όπως ο Μπένγιαμιν, ο Λούκατς, ο Ντεμπόρ, ο Ντελέζ, κ.ά., συχνά δε με κριτικά παραγωγικό τρόπο.
Κεντρική θέση του Wark είναι η εξής: όπως η γαιοκρατική τάξη (που ιδιοποιήθηκε τη γη αποσπώντας τίτλους ιδιοκτησίας) έδωσε την άλλοτε δεσπόζουσα θέση της στην κεφαλαιοκρατική τάξη (που ιδιοποιήθηκε το κεφάλαιο εκμεταλλευόμενη την υπεραξία της εργασίας), έτσι και στην εποχή μας αναδύεται μια νέα κυρίαρχη τάξη, η ανυσματοκρατική (από το αγγλικό vextoralists, που πλάστηκε κατ’ αναλογία του capitalists). Η τάξη αυτή έχει μετατρέψει την πληροφορία σε ιδιοκτησία και την ιδιοκτησία αυτή σε εμπόρευμα. Βασίζει δε την ισχύ της στην επιρροή που ασκεί στα κράτη, και μέσω αυτών σε διακρατικούς θεσμούς, για την προστασία των ευρεσιτεχνιών και των πνευματικών δικαιωμάτων, σε κάθε περιοχή του πολιτισμού και του πνεύματος, ειδικότερα όμως στους τομείς όπου η εμπορευματοποίηση είναι ευκολότερη και η καινοτομία συχνότερη. Χαρακτηριστική αυτής της επιχείρησης ελέγχου και ιδιοποίησης των προϊόντων των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας (τις οποίες ο Wark βαφτίζει συλλήβδην χάκερ, διευρύνοντας έτσι την έννοια σε όλους όσοι διαχειρίζονται "πληροφορίες", όπως συγγραφείς, διανοούμενους, προγραμματιστές, κ.ά.) είναι η σταθερή επιδίωξη της ανυσματοκρατικής τάξης να δημιουργεί μονοπωλιακές καταστάσεις.
Υιοθετώντας, δίχως ιδεολογικές ή άλλες παρωπίδες, θεωρητικά και φιλοσοφικά εργαλεία απότοκα του γαλλικού Μάη (κυρίως από το χώρο των "Καταστασιακών"), κι εμπλουτίζοντάς τα με ιδέες που κυοφορούνται στο πλαίσιο των σύγχρονων εναλλακτικών κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων, ο Wark διατυπώνει με ενάργεια απόψεις εμπνευσμένες και αιχμηρές, πολιτικά ρηξικέλευθες, δίχως ωστόσο να υποτιμά κατακτήσεις της φιλελεύθερης κοινωνίας, όπως το δικαίωμα στη διαφορά και στον αυτοπροσδιορισμό. Η μετάφραση του Νεκτάριου Καλαϊτζή, παρά το μούδιασμα που προκαλεί αρχικά η αναγκαστική χρήση ανοίκειων λέξεων ως «χάκεμα», «χακεύω», «άνυσμα», «ανυσματικός», κλπ, κερδίζει τελικά το στοίχημα, απέναντι σ’ ένα κείμενο που, ως διακήρυξη αρχών και ιδεών, διακρίνεται από εκφραστική ακρίβεια και υψηλή πυκνότητα.

(Δημοσιεύτηκε στη ΒΗΜΑ της Κυριακής)