Είναι πια κοινός τόπος στην επιστημονική κοινότητα ότι προβλέψεις και εικασίες που μόλις μερικά χρόνια πριν ανήκαν στη σφαίρα της απαισιόδοξης μελλοντολογίας, της δυστοπίας, αποτελούν σήμερα απολύτως πραγματιστικά σενάρια. Με τον όρο «κλιματική αλλαγή» περιγράφεται η οφειλόμενη στην ανθρώπινη δραστηριότητα αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και οι εικαζόμενες συνέπειές της. Βέβαια, περί κλιματικής αλλαγής, λιωσίματος των πάγων, ανόδου της στάθμης των υδάτων, ακούμε χρόνια τώρα, και οι περισσότεροι από εμάς είχαμε την τάση να τα εξωραϊζουμε ως υπερβολές καταστροφολάγνων οικολόγων.
Το ηχηρότερο καμπανάκι ωστόσο χτύπησε πριν από δύο περίπου χρόνια, όταν δημοσιεύτηκε η δεύτερη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Σύμφωνα με αυτή, η υπερθέρμανση δεν ήταν ένα ζοφερό σενάριο του μέλλοντος, αλλά ανησυχητική πραγματικότητα. Αν σκεφτούμε ότι η επιτροπή δεν είχε λάβει υπόψη της τα τελευταία δύο χρόνια, στα οποία, σύμφωνα με τους επιστήμονες, επιταχύνθηκαν πέρα από κάθε πρόβλεψη τα οφειλόμενα στην κλιματική αλλαγή φαινόμενα, καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα δεν είναι απλώς ανησυχητικά, αλλά κρίσιμα.
Όπως είναι λογικό, τα «κακά νέα» και η ταχύτατη διάδοσή τους ακολούθησαν σειρά εκδόσεων σχετικά με το θέμα. Λευκώματα ή βιβλία, επιστημονικά ή εκλαϊκευτικά, τρομολάγνα, καθησυχαστικά ή ψύχραιμα, έβαλαν την «κλιματική αλλαγή» στη ζωή μας, εμπλουτίζοντας με επιστημονικά στοιχεία τις φήμες και τις δημοσιογραφικές κορώνες, δίνοντάς μας υλικό για κατανόηση και συνειδητοποίηση της κατάστασης. Το λεύκωμα «Η γη αύριο...» του Yannick Monget, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις με το χαρακτηριστικό όνομα «Οιωνός», ανήκει στην κατηγορία των βιβλίων που επιχειρούν να αφυπνίσουν βιαίως τους αναγνώστες, αν όχι να τους τρομοκρατήσουν. Η βασική σύλληψη της έκδοσης, από οπτικής άποψης, είναι η παράθεση εικόνων από γνωστές πόλεις ή τοποθεσίες που με την κατάλληλη ψηφιακή επεξεργασία εμφανίζονται όπως θα «είναι» στο μέλλον. Βλέπει έτσι κανείς το Παρίσι καταποντισμένο, την Ακρόπολη «πνιγμένη» από πυκνή βλάστηση, τη Νέα Υόρκη να τη «δέρνουν» οι τυφώνες, κ.ά. Στα συν της έκδοσης, το καλό και συνοπτικά δοσμένα πληροφοριακό υλικό, αλλά και η παράθεση διαφορετικών «σεναρίων» καταστροφής.
Bιβλίο έκθεσης υποθετικών μελλοντικών καταστάσεων είναι και το «Έξι βαθμοί» του δημοσιογράφου Μαρκ Λίνας. Σε αυτό εξετάζονται οι επιπτώσεις που θα έχει για τη ζωή στον πλανήτη η μέση άνοδος της θερμοκρασίας κατά μία, δύο, έως και κατά έξι βαθμούς Κελσίου. Οι υποθέσεις αυτές βασίζονται σε εκτιμήσεις ότι το πιθανότερο σενάριο είναι μια αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τα επόμενα πενήντα χρόνια μεταξύ δύο και τριών βαθμών. Αυτό που σοκάρει τον αναγνώστη, είναι πόσο καταστροφικές είναι οι συνέπειες ακόμη και σύμφωνα με την πλέον αισιόδοξη υπόθεση, αυτή της αύξησης κατά μία μονάχα μονάδα της θερμοκρασίας.
Με το ίδιο θέμα, το «Heat» του γνωστού δημοσιογράφου και ακτιβιστή Τζορτζ Μόνμπιοτ είναι από τα πιο καλογραμμένα και καλά ζυγισμένα βιβλία του είδους. Ο Μόνμπιοτ, που ειδικεύεται σε ζητήματα παγκοσμιοποίησης και οικολογίας, δεν περιορίζεται στην κατατρομοκράτηση του αναγνώστη –δουλειά, όχι ιδιαιτέρως δύσκολη με τα στοιχεία που υπάρχουν–, αλλά προχωράει και σε πρακτικές, ριζοσπαστικές πλην εφαρμόσιμες προτάσεις. Αν πάντως θέλει κανείς μια πιο πανοραμική εικόνα των επερχόμενων αλλαγών (χωρίς την επέμβαση κομπιούτερ), τότε ο «Άτλας των κλιματικών αλλαγών» των Κ. Ντάου και Τ. Τάουνινγκ είναι μια πρώτης τάξεως οπτικοποίηση όλων των σχετικών πληροφοριών, μια και περιλαμβάνει περισσότερους από 50 πολύχρωμους χάρτες και γραφήματα για τις αιτίες των κλιματικών αλλαγών και τις πιθανές επιπτώσεις τους στους ευάλωτους πληθυσμούς, στα αποθέματα νερού, στα οικοσυστήματα και στη βιοποικιλότητα.
Όπως τονίζουν οι επιστήμονες, το πρόβλημα με το κλίμα είναι ότι οι αιτίες που το επηρεάζουν είναι τόσες πολλές και τόσο σύνθετες, που ακόμη και σήμερα να παίρναμε τα πλέον ρηξικέλευθα μέτρα, το πιθανότερο είναι ότι μερικές από τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης είναι ήδη δρομολογημένες. Αυτό που καλείται να αναλογιστεί κανείς είναι ότι σε περίπτωση που αδρανήσουμε ή υποτιμήσουμε τον κίνδυνο οι επιπτώσεις αυτές θα είναι ανεξέλεγκτες αν όχι καταστροφικές. Είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας, τόσο για τους πολιτικούς όσο και για τους πολίτες.
Το ηχηρότερο καμπανάκι ωστόσο χτύπησε πριν από δύο περίπου χρόνια, όταν δημοσιεύτηκε η δεύτερη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Σύμφωνα με αυτή, η υπερθέρμανση δεν ήταν ένα ζοφερό σενάριο του μέλλοντος, αλλά ανησυχητική πραγματικότητα. Αν σκεφτούμε ότι η επιτροπή δεν είχε λάβει υπόψη της τα τελευταία δύο χρόνια, στα οποία, σύμφωνα με τους επιστήμονες, επιταχύνθηκαν πέρα από κάθε πρόβλεψη τα οφειλόμενα στην κλιματική αλλαγή φαινόμενα, καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα δεν είναι απλώς ανησυχητικά, αλλά κρίσιμα.
Όπως είναι λογικό, τα «κακά νέα» και η ταχύτατη διάδοσή τους ακολούθησαν σειρά εκδόσεων σχετικά με το θέμα. Λευκώματα ή βιβλία, επιστημονικά ή εκλαϊκευτικά, τρομολάγνα, καθησυχαστικά ή ψύχραιμα, έβαλαν την «κλιματική αλλαγή» στη ζωή μας, εμπλουτίζοντας με επιστημονικά στοιχεία τις φήμες και τις δημοσιογραφικές κορώνες, δίνοντάς μας υλικό για κατανόηση και συνειδητοποίηση της κατάστασης. Το λεύκωμα «Η γη αύριο...» του Yannick Monget, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις με το χαρακτηριστικό όνομα «Οιωνός», ανήκει στην κατηγορία των βιβλίων που επιχειρούν να αφυπνίσουν βιαίως τους αναγνώστες, αν όχι να τους τρομοκρατήσουν. Η βασική σύλληψη της έκδοσης, από οπτικής άποψης, είναι η παράθεση εικόνων από γνωστές πόλεις ή τοποθεσίες που με την κατάλληλη ψηφιακή επεξεργασία εμφανίζονται όπως θα «είναι» στο μέλλον. Βλέπει έτσι κανείς το Παρίσι καταποντισμένο, την Ακρόπολη «πνιγμένη» από πυκνή βλάστηση, τη Νέα Υόρκη να τη «δέρνουν» οι τυφώνες, κ.ά. Στα συν της έκδοσης, το καλό και συνοπτικά δοσμένα πληροφοριακό υλικό, αλλά και η παράθεση διαφορετικών «σεναρίων» καταστροφής.
Bιβλίο έκθεσης υποθετικών μελλοντικών καταστάσεων είναι και το «Έξι βαθμοί» του δημοσιογράφου Μαρκ Λίνας. Σε αυτό εξετάζονται οι επιπτώσεις που θα έχει για τη ζωή στον πλανήτη η μέση άνοδος της θερμοκρασίας κατά μία, δύο, έως και κατά έξι βαθμούς Κελσίου. Οι υποθέσεις αυτές βασίζονται σε εκτιμήσεις ότι το πιθανότερο σενάριο είναι μια αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τα επόμενα πενήντα χρόνια μεταξύ δύο και τριών βαθμών. Αυτό που σοκάρει τον αναγνώστη, είναι πόσο καταστροφικές είναι οι συνέπειες ακόμη και σύμφωνα με την πλέον αισιόδοξη υπόθεση, αυτή της αύξησης κατά μία μονάχα μονάδα της θερμοκρασίας.
Με το ίδιο θέμα, το «Heat» του γνωστού δημοσιογράφου και ακτιβιστή Τζορτζ Μόνμπιοτ είναι από τα πιο καλογραμμένα και καλά ζυγισμένα βιβλία του είδους. Ο Μόνμπιοτ, που ειδικεύεται σε ζητήματα παγκοσμιοποίησης και οικολογίας, δεν περιορίζεται στην κατατρομοκράτηση του αναγνώστη –δουλειά, όχι ιδιαιτέρως δύσκολη με τα στοιχεία που υπάρχουν–, αλλά προχωράει και σε πρακτικές, ριζοσπαστικές πλην εφαρμόσιμες προτάσεις. Αν πάντως θέλει κανείς μια πιο πανοραμική εικόνα των επερχόμενων αλλαγών (χωρίς την επέμβαση κομπιούτερ), τότε ο «Άτλας των κλιματικών αλλαγών» των Κ. Ντάου και Τ. Τάουνινγκ είναι μια πρώτης τάξεως οπτικοποίηση όλων των σχετικών πληροφοριών, μια και περιλαμβάνει περισσότερους από 50 πολύχρωμους χάρτες και γραφήματα για τις αιτίες των κλιματικών αλλαγών και τις πιθανές επιπτώσεις τους στους ευάλωτους πληθυσμούς, στα αποθέματα νερού, στα οικοσυστήματα και στη βιοποικιλότητα.
Όπως τονίζουν οι επιστήμονες, το πρόβλημα με το κλίμα είναι ότι οι αιτίες που το επηρεάζουν είναι τόσες πολλές και τόσο σύνθετες, που ακόμη και σήμερα να παίρναμε τα πλέον ρηξικέλευθα μέτρα, το πιθανότερο είναι ότι μερικές από τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης είναι ήδη δρομολογημένες. Αυτό που καλείται να αναλογιστεί κανείς είναι ότι σε περίπτωση που αδρανήσουμε ή υποτιμήσουμε τον κίνδυνο οι επιπτώσεις αυτές θα είναι ανεξέλεγκτες αν όχι καταστροφικές. Είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας, τόσο για τους πολιτικούς όσο και για τους πολίτες.